πολαρόιντ

πολαρόιντ
το
1. (φυσ.-τεχνολ.) φύλλο από διαφανές υλικό το οποίο περιέχει μικροσκοπικούς διχρωικούς κρυστάλλους και προκαλεί την πόλωση τών φωτεινών ακτίνων που διέρχονται μέσα από αυτό
2. φρ. α) «εταιρεία πολαρόιντ» — μεγάλη αμερικανική εταιρεία παραγωγής φωτογραφικών μηχανών και υλικών, ιδρυτής τής οποίας είναι ο εφευρέτης τής φωτογραφικής μηχανής που παράγει άμεση θετική φωτογραφική εικόνα, δηλαδή χωρίς τη μεσολάβηση αρνητικής πλάκας
β) «φωτογραφική μηχανή πολαρόιντ λαντ» — εμπορική ονομασία τής φωτογραφικής μηχανής που παράγει άμεση φωτογραφία.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. polaroid (< νεολατ. polaris «πολικός» < πολῶ < πόλος) + -oid (< -ειδής*)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • μικροσκόπιο — Όργανο ικανό να αποδίδει μεγεθυμένα είδωλα μικρών αντικειμένων τα οποία έχουν τοποθετηθεί προς παρατήρηση. Βασικά διακρίνεται το οπτικό μ. ή απλά μ., στο οποίο τα παρασκευάσματα είναι φωτισμένα με ορατό φως, και το ηλεκτρονικό μ., στο οποίο το… …   Dictionary of Greek

  • επίπεδα πολωμένο φως — Φως, στο οποίο οι ταλαντώσεις είναι ευθύγραμμες, παράλληλες προς ένα επίπεδο και εγκάρσιες προς τη διεύθυνση διάδοσης (γραμμική πόλωση). Το φως που ανακλάται από μια γυαλιστερή επιφάνεια γυαλιού με γωνία πρόσπτωσης tan–1 , όπου n2, n1 οι δείκτες …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”